Abstract
Οι πιο συνηθισμένες υποθέσεις σχετικά με τον εφοδιασμό σε πρώτες ύλες στη Νεολιθική εποχή είναι : α) η άμεση πρόσβαση στις πηγές από τους χρήστες, β) η έμμεση ανταλλαγή. Ομως μια τεχνολογική ανάλυση του λαξεμένου λίθινου υλικού φανερώνει μια μεγάλη ποικιλία συστημάτων εκμετάλλευσης των πρώτων υλών, που δύσκολα μπορεί να ερμηνευθεί με ένα μοναδικό μοντέλο εφοδιασμού, όποιο και νάναι αυτό. Επί πλέον, καμμιά από τις δύο υπερισχύουσες υποθέσεις δεν συμφωνεί με τις κατανομές που παρατηρούνται και τις δυσχέρειες που δημιουργούν οι μετακινήσεις μέχρι τις πηγές, και ιδιαίτερα για τον οψιδιανό της Μήλου κατά την Πρώιμη και Μέση Νεολιθική εποχή. Η συνθετική επανεξέταση των δεδομένων μας κατευθύνει προς δύο άξονες : α) προς την υπόθεση μιας διπλής εξειδίκευσης, στην προμήθεια και στην παραγωγή, κατά την Πρώιμη και Μέση Νεολιθική εποχή, β) προς την υπόθεση της ανάπτυξης μιας περιφέρειας άμεσης προμήθειας κατά την Τστερη και Τελική Νεολιθική εποχή, όταν αρχίζει η συστηματική εκμετάλλευση των Κυκλάδων. Ετσι, η φύση της παραγωγής μεταβάλλεται : παρουσιάζει, σ' αυτή τη νότια περιοχή, ένα χαρακτήρα λιγότερο εκτατικό και λιγότερο ειδικευμένο. Τα συμπεράσματα αυτά μας οδηγούν να θέσουμε και πάλι το πρόβλημα της φύσης των αγροτικών κοινωνιών της Νεολιθικής εποχής, της θέσης των ανταλλαγών και των τεχνικών εξειδικεύσεων, καθώς και της αφετερίας των μεταβολών που θα οδηγήσουν στην εποχή του Χαλκού.